Εγώ...;

Εγώ...;
Ταξιδεύοντας...

Σάββατο 21 Μαρτίου 2009

ΤΩΡΑ...

Καμαρώστε το ρηχό μυαλό σας, την επιφανειακή σας ψυχή. Κρεμάστε τη σε περίοπτη θέση μέσα στο σαλόνι σας, να κάνει ταίρι με την υπόλοιπη ασήμαντη καθημερινότητά σας.

Κάντε τους μεγάλους σας σταυρούς και προσευχηθείτε για τα υλικά αγαθά. Γελάστε κοροϊδευτικά και χαιρέκακα με τις ζωές των άλλων. Φιλήστε τους ανθρώπους σας από απόσταση, αγκαλιάστε τους χλιαρά, σφίγγοντας τους το χέρι σαν να κρατάτε κάτι μιαρό.
Φορέστε τα καλά σας, καλύψτε την ασχήμια σας, φτιασιδωθείτε μήπως και ξεγελάσετε τον καθρέφτη. Ματαιόδοξοι …

Νιώστε καλά μέσα στη μιζέρια σας. Κλάψτε για τις μικρές σας ατυχίες και ευχηθείτε να συμβούν τα χειρότερα στους άλλους κι εσάς να σας προσπεράσουν.

Κυνηγήστε το μισθό, φοβηθείτε τον κόσμο. Πείτε ψέματα να ομορφύνετε την αθλιότητά σας. Όταν μιλάτε με άλλους μην τους κοιτάτε στα μάτια. Κρατήστε κρυφή τη γυάλινη και ανούσια ματιά σας.

Τρέξτε να σωθείτε όμως…

Γιατί κάποιοι εκεί έξω έχουν τη δύναμη στην ψυχή και όμορφα κακοποιημένες ζωές. Κάποιοι εκεί έξω «χαρίζονται» και «ξοδεύονται».

Βαδίζουν γυμνοί από «πρέπει», ξυπόλυτοι στην κακία, δεν κρατούν ομπρέλα όταν βρέχει συναισθήματα.

Αγαπούν τον πόνο τους, έχουν βρει το «πόνα» τους, το έχουν λατρέψει. Κομμάτι του εαυτού τους πια, το μόνο τους φτιασίδι. Πόσο υπέροχοι φαντάζουν…

Δεν συνωμοτούν για να βάψουν κανένα. Κι αν άθελά τους πληγώσουν κανένα, ξέρουν να αναγνωρίζουν και συγχώρεση να ζητούν.

Όλοι εσείς μικρά ανθρωπάκια που διαβάζετε αυτές τις αράδες, μισήστε με. Μη με ξαναδιαβάσετε. Δεν πρόκειται χάδι να νιώσετε, ούτε κι εκτίμηση να πάρετε. Αλληλο-εκτιμηθείτε μεταξύ σας βρωμεροί.

Αλλά αν και πάλι νομίζετε πως μόνο στα γραφτά μου σας «στολίζω», ελάτε! Θα σας χλευάσω με επιχειρήματα μάταιοι, κενοί άνθρωποι. Ελάτε όμως… Κι αν δε γουστάρετε ή νομίζετε πως είστε οι καλύτεροι όλων, να το σκεφτείτε ξανά.

Γιατί η ζωή αυτή είναι πολύ μικρή για να σας χωρέσει όλους εσάς.

Άντε και γαμηθείτε… Μπας κι αλλάξει ο κόσμος.

Παρασκευή 6 Μαρτίου 2009

Πέμπτη 5 Μαρτίου 2009

ΕΥΧΕΣ


Σήμερα ευχήθηκα στον άνεμο να με σηκώσει ψηλά και να συνεχίσει να με σπρώχνει προς τα πάνω, κατά ουρανό μεριά. Μέχρι να νιώσω όμορφα, ανάμεσα στα σύννεφα, ασφαλής στο βαμβακερό τους κάλυμμα.
Να μιλήσω με τις πρώτες σταγόνες της βροχής και να κάνω χαβαλέ με τις αστραπές. Εκείνες που σκίζουν τον ουρανό σε σχήματα όπως εκείνα τα ακανόνιστα που κάναμε μικροί με τα ψαλιδάκια στο σχολείο.

Μετά ευχήθηκα να μπορούσα να μπω σ' ένα μεγάλο πλυντήριο, το οποίο να γυρίζει με φορά ανάποδη από αυτή της γης. Να μείνει ο χρόνος ακίνητος ώστε να μπορέσω να δω το κάθε της μόριο.
Και σαν τα δω, να έρθεις εσύ γλυκά και με χαμόγελα και τραγούδια να με απλώσεις να στεγνώσω.

Μόνο να βάλεις από εκείνα τα χρωματιστά ξύλινα μανταλάκια στους ώμους μου.
Και φρόντισε το σχοινί να είναι από τρίχα, όχι συνθετικό. Το πλαστικό μου φέρνει αλλεργία.
Άπλωσέ με πάνω στον ουρανό. Εκεί με βρήκες άλλωστε από την προηγούμενη ευχή.

Απόψε όμως θέλω να ονειρευτώ ότι πετάω (από) μόνος μου. Χωρίς ευχές.
Ευχήθηκα για το όνειρο όμως...

Ε, και;;;

ΔΙΑΛΟΓΟΣ

-Μπορείτε να μου πέιτε ένα τετραψήφιο νούμερο;;;

- ... ... ... ... ... ... ... ...

Δεν ζήτησε και κάτι που δεν μπορούσε κανείς να δόσει...

ΠΟΝΑ

Τη μέρα του θανάτου σου...
Τότε θα σ' αγαπήσω
Τότε θα νιώσω αν όντως αγάπησα ποτέ
Όταν σας χάσω όλους
Μπροστά στην απώλεια της ζωής μετριόμαστε όλοι μας κι εκεί φαίνεται η κάθε αλήθεια μας.
Ναι, αγαπούσα, Όχι δεν αγάπησα
Δεν είναι ανασφάλεια. Έιναι πραγματικότητα. Ίσως η μόνη στιγμή αλήθειας.
Αγάπη, Όχι Αγάπη...
Η δύναμη της απώλειας πάντα με συνέπαιρνε όμως.
Η διαδικασία του με "χανωβρίσκω" μέσα από τα όσα χάνω.
Η απώλεια μπορεί. Ίσως να είναι η μόνη που μπορεί
Δεν "σηκώνει" πληθυντικό, μόνο ενικό.
Στο δικό μου λεξιλόγιο είναι πάντα θηλυκό, πάντα μια, μόνη της και παντοδύναμη.
Κι ας είναι πολλές.
Δυστυχώς όμως, θα μάθω αργά...ποτέ πιο νωρίς
Γιατί το να αυταπατούμαι, να εξαπατούμαι, είναι τόσο συνηθισμένο και οικείο.
Μ' αρέσει η απώλεια
Την ακούω τα βράδια να μου ψυθιρίζει ακατάλληπτα λογάκια.
Μόνο λίγα πράγματα ξεχωρίζω απ' το παραμιλητό της...
"Μαθαίνεις...Θα Μάθεις...Ξέρεις Τώρα... ... ... Πόνα"
Αυτό το "πόνα"όμως ακούγεται πάντα τόσο καθαρό και γνώριμο.
Χθες το βράδυ έφτιαξα έναν μικρό τύμβο στο "πόνα" μου, κάπου στο στομάχι μου.
Το έλουσα όπως τους νεκρούς τους οι αρχαίοι... Με κρασί άφθονο.
Το "πόνα" μου είναι "μου".
Δικό μου και για πάντα. Δεν ανήκει σε άλλον...
Οι υπόλοιποι να πάτε να βρείτε το δικό σας "πόνα", της δικής σας απώλειας, της δικής σας αγάπης, του δικού σας θανάτου.
Πάντα σε ενικό αριθμό.




Ήρθα!

Ακούς;;;

Άνοιξέ μου...

Δεν θα ξεχάσω ποτέ ξανά τα κλειδιά μου!!!

Τετάρτη 4 Μαρτίου 2009

112426029

Ξημέρωσε σήμερα...και πάλι ένιωσα να εγκαταλείπομαι από δύναμη. Λειψός από ψυχικό σθένος.
Φυσούσε δυνατά και έλπιζα να γινόταν θαύμα να με έπαιρνε ψηλά, να με ταλάντευε προς όλα τα σημεία του ορίζοντα...μήπως και ανακατευόταν ο εγκέφαλός μου.
Με την ελπίδα να συνέλθω.
Έχω έναν πόνο αριστερά, εδώ και μέρες. Γίνεται έντονος όταν καπνίζω το πρώτο της μέρας, όταν βίχω, όταν αναπνέω βαθιά, σαν διπλώνομαι να κοιμηθώ.
Και δεν ξέρω αν προτίθεμαι να κόψω την αγαπημένη μου συνήθεια για χάρη της υγείας, για μακροβιότητα...
Ευχή ή κατάρα; Όπως ζήσει κανείς, ανάλογα το λαμβάνει. Θέλω λίγα χρόνια ζωής, με δυνατές στιγμές. Κι όσο αντέξω. Μάλλον αποφάσισα...
Πάντα πίστευα πως τα μεγάλα προβλήματα απαιτούν ριζικές λύσεις.
Κάποια μεγάλα προβλήματα όμως εκλειπαρούν για ριζική αποχή απ' οποιαδήποτε δράση.
Μπορεί άραγε κανείς να απέχει από τα μεγάλα προβλήματα της ζωής του;
Νομίζω πως μπορει. Χειρότερα! Πολλές φορές το θέλει.
Κι εγώ θέλω ν' απέχω, να ξεμακρύνω απ'το οτιδήποτε. Κάποιες ώρες...πολύ έντονα.
Να φύγω χωρίς προορισμό, άσκοπα για πουθενά.
Άραγε τί να πάρω μαζί μου; Έρχεσαι;;;

Μπουγάδα

Μ' αρέσει αυτό το λουλακί χαμόγελο.
Σαν τότε που πήγα ν' αγοράσω εκείνο το τετράδιο και είχε το ίδιο χρώμα με το κραγιόν σου.
Με το που το έπιασα άφησε μια στάλα χρώμα στο χέρι μου.
Είχε μυρωδιά από λουλάκι. Και σόδα...
Εκείνη τη στιγμή ήξερα πως η μπουγάδα μου θα ήταν πάντα μισοπλυμμένη. Μισο-καθαρή.
Ίσως να μην την ξαναφορούσα.
Σαν το μπουκαλάκι της ακριβής κολώνιας που ήταν κρυμμένο σ' εκείνο το συρτάρι δεξιά στο γραφείο, για τις ειδικές περιπτώσεις, που γινόταν όλο και πιο σπάνιες.
Στα χρόνια τα επόμενα(εεε;;;), και πάντα σπάνια, θ' άνοιγα το μικρό μπουκαλάκι να μυρίσω λίγο την ακρίβεια του. Και αμέσως πίσω στο συρτάρι. Μέχρι την επόμενη φορά.
Όπως σήμερα ας πούμε...
Κρίμα, όμως, τόσα λεφτά ξοδεμένα στο συρτάρι.
Αλλά, μυρίζω λουλάκι στο άρωμα. Όπως το κραγιόν σου στην τελευταία σελίδα του τετραδίου.
Σήμερα θα βάλω μπουγάδα.

090302

Η μέρα ξεκίνησε.
Χρακ! Μπαμ! Μπουμ!
Δυνάμωσε το φως και έδειξε με το χοντρό της δάχτυλο κατά το μέρος της.
Σαν να έδειχνε ένα ψωριάρικο σκυλί που κουβαλούσε όλα τα απόθητα κουτάβια όλων των ζώων της γης.
Ξημέρωσε. Και μεγάλωσε.
Μεσημέριασε και φούσκωσε τα στήθια της με πλαστικό αέρα.
Κι έγινε βαρκάκι μικρό.
Σαν τότε που έπεσε στη λίμνη του άσεμνου πόθου.
Έβγαλε νύχια και κρεμάστηκε στο πλευρό του ήλιου μήπως και ζεσταθεί.
Σουρούπωσε πάλι.
Κρύωνε πολύ.
Συνέχισε να γλυστρά στα φώτα της ερημιάς και τα κοιτούσε όπως την πρώτη φορά.
Όπως κάθε φορά από τότε.
Σκοτείνιασε, έβηξε ξερά, προσπάθισε να προχωρήσει λίγο ακόμα. Πριν κοιμηθεί...
Και αγκάλιασε την κοιλιά της.
Θα βγουν έξω απόψε.
Το δίχως άλλο...

Τρίτη 3 Μαρτίου 2009

- . - . - . - . . - - - - . - - . . . . - - . . - . . . - - . . . .


Κάθομαι λοιπόν και πάλι σ'αυτή την τόσο φιλόξενη γωνιά, σε στρατηγική θέση.
Το σκαμπό μου είναι ο πύργος μου και απ'εκεί μπορώ να δω κι άλλους πύργους, πολλά κάστρα και υπηκόους, και ιππότες, και άρχοντες, και βασίλισσες... Μα όλοι τόσο απόμακροι αν και "κατοικούν" τόσο κοντά ο ένας στον άλλον.

-Ραπούνζελ!!! Ραπούνζελ!!! λύσε τα μακριά σου μαλλιά ν' ανέβω.

Μα εκείνη δεν μιλάει. Δεν απαντά... Αλλά το ξέρω πως άκουσε!
Γιατί όταν την κοίταξα, εκείνη πήρε το βλέμμα της από πάνω μου.
Δεν καταλαβαίνω όμως γιατί τα βλέμματα αποτραβιούντε τόσο εύκολα, παρ' όλο που γειτνιάζουν. Και όλοι φαίνεται να περιμένουν ένα σινιάλο καπνού, ένα νεύμα...
Και όταν το λαμβάνουν, δεν το καταννοούν, δεν το ασπάζονται.
Κλειδωμένοι καλά, έχουν δράκους να τους φυλούν.Δικούς τους. Εσωτερικούς δράκους-δαίμονες.
Και δεσμά, δεσμά, δεσμά...
Μικρά, μεγάλα, σκοτεινά. Σχεδόν μπορείς να τα αφουγκραστείς να κουδουνίζουν...μεταλλικά, δυνατά... ΚΛΙΝ-ΚΛΑΝΓΚ-ΚΛΑΝΓΚ

Στον περίβολο, με παράξενη περιβολή, πολλοί παλιάτσοι γεύονται καρπούς από ένα περιβόλι κοινό για όλους. Κενό από ολότητα, γεμάτο από απουσία, με όμορφη ασχήμια και περίτεχνη ατεχνία, ατεκνία ψυχική.

Καραμούζες σκούζουν και όλοι λένε "Ααχχχ! Τί όμορφα που ακούγοντε, πόσο γλυκά τσιρίζουν!!!" Και τσιρίζω κι εγώ σιωπηλά...

Μέχρι που ν'ανάψει ένας φάρος. Ανάβει και αντιφεγγίζει στους τοίχους, τρεμοπαίζει η φωτιά του. Στέλνοντας μήνυμα προς όλους τους ναυτιλομένους. Προς όλους τους πύργους και τα κάστρα. Που μεταλλάσονται άξαφνα σε βαπόρια και λογής λογής πλεούμενα. Ανάβουν τα φαναράκια τους και πλέουν άλλα στ'ανοιχτά και άλλα στα ριχά.

Ακούγεται μια βοή, τους καλεί όλους να έρθουν κοντά, τώρα που νύχτωσε... Η πουρούδα.

Καλούς Πλώες...

Και το φεγγάρι φάνηκε...

Χειμωνιάτικο και ξαπλωμένο...

Αραχτό...

While falling asleep

Radiant Congregation
Show us your will
We cannot decide who's paying the bill
Uneven groundfloor
Seems to break our sight
Your swift power defines the word "fright"
Reclamed status quo
Stands still but
Nothing is wrong
Awell known expense remains uncovered
No gold to pay
And no place to stay
I'd rather fall asleep this very instant
And save all present
No misuse
But to sail...
Yes..!
All came in...
I was there dear

Ανυπομονούσε

Ανυπομονούσε να έρθει σ' εκείνον γρήγορα...

Αλλά με αργά βήματα...


Σίγουρα...

Βέβαια...

Κυριακή 1 Μαρτίου 2009

OPIA

Γιατί να αναγκάζομαι να πατώ πάνω σε γραμμές;

Με ρωτάνε και τα γράμματα, οι λέξεις, οι προτάσεις που τις τοποθετώ τη μια δίπλα στην άλλη πάνω σε γραμμωμένες σελίδες.

Γραμμές, όρια, φραγμοί… κι εγώ ξέφραγα που θέλω να βαδίζω, αποτυγχάνω συνεχώς. Σαν να μη ξεκόλλησε ποτέ ο χρόνος. Στάσιμος μέσα στα όρια κι αυτός. Και πόσες φορές προσπάθησα να τα σπάσω. Μα δεν προχώρησε ούτε στο ελάχιστο. Κολλημένος με 365 μέρες… περιορισμένος.

180 μοίρες ήθελα να γυρίσω, και πάντα εκεί κοντά ξεχνιόμουν… γυρνούσα 360 και κάτι… πάλι από το σχεδόν απόλυτο 0(--->μηδέν<---). Το κοντέρ να γράφει χιλιόμετρα, να μετρά πορείες και τα πάντα να στέκονται μπροστά μου… Λες και δε διάνυσα ούτε ένα μέτρο. Μετράω, υπολογίζω και πάλι χάνω το λογαριασμό… Επαναλαμβάνω τις πράξεις. Η επαλήθευση όμως σκαλώνει στα +, γαντζώνεται στα -, το = δεν υπάρχει ποτέ.
Στην κούπα βάζω καφέ με άρωμα καραμέλα, δυο ζάχαρες, ίσα να σπάσει η πίκρα… Πίκρα για όσα ερωτήματά μου έμειναν χωρίς μια κάποια αληθινή απάντηση. Η πίστη μου λειψή κι αυτή. Πώς να πιστέψω σε ανθρώπους και καταστάσεις γύρω από αυτούς;

Στάσιμο και το «πιστεύω», σπάσιμο το λίκνο της πίστης, σπασμένο το μηχανάκι της ανθρωπότητας.

Σταθερά και χωρίς αλλαγή, κοιτάμε τα όρια.

Περιφράσσομαι… Πνίγομαι…